lemma:> | χειρωνακτική εργασία |
part of speech:> | Phrase |
inflective/noninflective: | Inflective |
etymology: | - |
meaning: | Ο αυνανισμός. |
thematic category: | - |
synonyms: | ενδοπαλαμική πεοπαλινδρόμηση/πεοταλάντωση |
opposites: | - |
examples of use: | Με αυτά τα δεδομένα, όμως, πολλές φορές αναγκάζομαι να καταφύγω στη χειρωνακτική εργασία, φαντασιωνόμενος διάφορες κοπέλες που βλέπω στο δρόμο και που με ελκύουν περισσότερο σεξουαλικά. |
source: |
|
linguistic classification: | - |
registered in dbase: | 04-05-2014 09:24:27 AM |
author: | Φουρνoγεράκη Θεώνη |