lemma:> | μόντα, η |
part of speech:> | Noun |
inflective/noninflective: | Inflective |
etymology: | Από το αγγλικό mod που αποτελεί αποκοπή τεμαχίου της λέξης modification (= τροποποίηση). |
meaning: | Η τροποποίηση κάποιου αντικειμένου ή κάποιας τεχνολογικής διαδικασίας. |
thematic category: | - |
synonyms: | - |
opposites: | - |
examples of use: | Αλλάζουν οι καιροί, πριν μερικά χρόνια όταν είχα θελήσει να βρω επέκταση μνήμης για το CDTV και να γίνει η περιβόητη μόντα για SCSI δίσκο -με σκοπό να μπει WHDLoad- η Elbox ζητούσε 150 ευρώ για τα 2MB μνήμης και το όλο σκηνικό για τον δίσκο είχε κοστίζει 100 ευρώ. |
source: | amigaplanet.gr |
linguistic classification: | - |
registered in dbase: | 05-05-2014 22:52:57 PM |
author: | Μαγιώνος Γεώργιος |