lemma:> | ντεθάς, ο, ντεθού, η |
part of speech:> | Noun |
inflective/noninflective: | Inflective |
etymology: | Από τη λέξη ντεθ της "ντεθ μέταλ" μουσικής (αγγλ. death metal) και το επίθημα -άς/-ού. |
meaning: | Αυτός που ακούει death metal μουσική (συνήθως και με την ανάλογη εξωτερική εμφάνιση). |
thematic category: | - |
synonyms: | ντεθμεταλάς |
opposites: | - |
examples of use: | Ο ντεθάς δηλαδή που ακούει όλη μέρα Μέταλ μουσική και έχει 10 σκουλαρίκια και άλλα τόσα τατού να μην μπορεί να βρει δουλειά σε μια τράπεζα επειδή δεν μπορεί να φορέσει γραβάτα; ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ! |
source: | |
linguistic classification: | - |
registered in dbase: | 07-05-2014 00:58:38 AM |
author: | ΜΠΑΪΛΗ ΗΛΙΑΝΑ |