lemma:> | σπρώξε γλείψε |
part of speech:> | Phrase |
inflective/noninflective: | Noninflective |
etymology: | - |
meaning: | Στάση αιδοιολειχίας που θυμίζει τις κινήσεις κάποιου όταν καταναλώνει ένα παγωτό γρανίτα, το σπρώξιμο δηλαδή από το κάτω μέρος της συσκευασίας και το γλείψιμο του προϊόντος που προεξέχει. |
thematic category: | - |
synonyms: | - |
opposites: | - |
examples of use: | Η πρώτη πράξη θα παιχτεί βάσει σεναρίου, χωρίς εκπλήξεις και αυτοσχεδιασμούς. Ξεκινάς λοιπόν με σπρώξε γλείψε. |
source: | menshealth.gr |
linguistic classification: | - |
registered in dbase: | 30-04-2014 22:44:57 PM |
author: | Σαλούστρου Βασιλική |