ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

lemma:  φίφας, ο
part of speech:  Noun
inflective/noninflective:  Inflective
etymology:  Για τη σημασία (α) δεν αναφέρεται αξιόπιστη ετυμολογία.
meaning:  

α) Χαρακτηρισμός για κάποιον με μικρό πέος. 

β) Ο φανατικός παίκτης των βιντεοπαιχνιδιών ποδοσφαίρου FIFA.

thematic category:  -
synonyms:  -
opposites:  -
examples of use:  α) Για όσους απορούν πώς μπορεί ένα κοινό γυναικάκι να ρίξει άκυρο στον καπετάνιο, κακές γλώσσες θέλουν τον Τάκη να είναι φίφας.

β) Ενώ και εγώ είμαι/ήμουν φίφας από το '08 (πέρσι γενικά δεν έπαιξα πολύ -σύγχρονη- μπαλίτσα, και πριν το 08 ήμουν στο Pro), χτες κατέβασα το ντέμο του Pro και ομολογουμένως μου άρεσε αρκετά.

source:  

α) frikipaideia.wikia.com

β) www.byteme.gr

linguistic classification:  -
registered in dbase:  30-07-2014 15:13:04 PM
author:  Παναγόπουλος Παναγιώτης

 

 

RETURN TO THE CHARACTER φ - Φ

 

 

 

Comments from viewers

 

 
 
You can write your comment here (upto 300 chars length)
Όνομα         e-mail (not to be displayed) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Connection with IP: 18.217.246.133