ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

λήμμα:  αγαθομούνης, ο, αγαθομούνα, η
μέρος του λόγου:  Noun
inflective/noninflective:  Inflective
etymology:  

Από τις λέξεις αγαθός και μουνί. Η λέξη καταγράφεται στο "Λεξικό της πιάτσας" του Ζάχου (1981).

meaning:  

Χαρακτηρισμός για κάποιον πολύ αφελή και αγαθιάρη.

thematic category:  -
synonyms:  -
opposites:  -
examples of use:   Δεν ξέρω αν είναι το ότι πιστεύω ότι είναι καλό παιδί και απλά έκανε ένα «λάθος» και φέρθηκε μαλάκας ή αν είμαι αγαθομούνα, όπως λέει η μανούλα μου, αλλά θέλω να τον δω.
source:  

 forum.cosmopolitan.gr

linguistic classification:  -
registered in dbase:  08-05-2014 20:16:27 PM
author:  ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ

 

 

Comments from viewers

 

 
 
You can write your comment here (upto 300 chars length)
Όνομα         e-mail (not to be displayed) ##
 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 18.217.144.32