ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

In the database are stored 685 lemmas (554 valid) and 85 registered users
 
In total 92 lemmas found starting from: κ  -  Κ [in the brackets the number of views]

 

καβουροτσέπης, ο [206] κάγκουρας, ο / καγκούρι, το... [383]
καγκουρεμένος, -η, -ο [183] καγκουρεύω [164]
καγκουρίστικος, -η, -ο [167] καθυστέρα, η [178]
καθυστέρας, ο [174] και καλούα [167]
και μπορέλι [193] και του χρόνου με ηχεία... [198]
καίγομαι (με κάτι) [155] καΐδι, το [226]
καΐλας, ο [164] καίω κάρβουνο [191]
καληνύστα [192] καληνυχτάκιας, ο [227]
καλτ φάση [191] καμένος, -η, -ο [203]
καμπανέλια, τα [170] κάνει νύστα [157]
κανιβαλισμένος, -η, -ο [153] κάνω αντ/add [212]
κάνω αξέπτ/accept [170] κάνω γιογιό (κάποιον) [169]
κάνω κοκοκό [204] κάνω λάικ/like [169]
κάνω ντιλίτ/delete [240] κάνω πατ πατ [179]
κάνω ριπόρτ/report [153] καραλόλ/καραlol/καραLOL [173]
καρεκλάς, ο [172] καριολόπουστας, ο, καριολοπουτάνα, η... [200]
κασέρι, το [198] κατεβάζω παροχή [164]
κατεστραμμένος, -η, -ο [186] κατούρα και λίγο [191]
κατσαβιδάκιας, ο [159] καυλάκι, το [221]
καυλαντίζω [5284] καυλερός, -ή, -ό [220]
καυλόγκαζος, ο [170] καυλοτίμονος, ο [175]
καυλώστρα, η [213] καυλωτίκ [249]
καφρομεταλάς, ο [175] καψιμί, το [173]
κινεζιά, η [165] κινητούμπα, η [172]
κιουρία, η [179] κίτρινη φυλή/φάρα, η [158]
κλαμπάνια, τα [170] κλαμπάτος, -η, -ο [132]
κλανίλα, η [184] κλάνω μέντες [161]
κλαρινογαμπρός, ο [228] κλαρινογκόμενα/κλαρινονύφη, η... [283]
κλασικά εικονογραφημένα... [162] κλαψ, λυγμ, σνιφ [186]
κλαψομούνης, ο / κλαψομούνι, το... [234] κλαψομουνιάζω [184]
κλοπιράιτ, το [159] κόβω τούφες [1033]
κογκράτς [180] κοκάκιας, ο [144]
κοκόβια, τα [190] κολλάει το σύμπαν [149]
κομοδινί [149] κομπλεδούρα/κομπλεντάν... [160]
κομπλέξας, ο, κομπλέξω, η... [201] κονέδια, τα [143]
κοντοπούτανο, το / κοντοπούτανος, ο... [785] κοντράδικος, -η, -ο [165]
κοντράκιας, ο [120] κοπριτιλίκι, το [138]
κορμάδι, το [168] κουβανός/Κουβανός, ο [156]
κουκουρούκου (μανταλάκια)... [173] κουλάτος, -η, -ο [175]
κουοτάρω [414] κόψε την πρωινή [168]
κοψοφλεβιά [164] κράνος, το [143]
κρεβατάμπλ [197] κρεμα(ν)τζόλια, τα [176]
κυριλογκόμενα, η [164] κωλολέει [155]
κωλοσχισμή, η [163] κωλοτέλειος, -α, -ο [148]
κωλοτούμπας, ο [160] κωλοφτιάξιμο/κωλόφτιαγμα, το... [147]
κωλοχαράδρα, η [210] κωλόψαρο, το [197]


 

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Connection with IP: 18.117.107.90