lemma:> | κάνω ντιλίτ/delete |
part of speech:> | Phrase |
inflective/noninflective: | Inflective |
etymology: | Η λέξη delete στα αγγλικά σημαίνει "διαγράφω". |
meaning: | Δηλώνει την ενέργεια της διαγραφής - κυρίως χρησιμοποιείται σε χώρους κοινωνικής δικτύωσης, όπως το facebook. |
thematic category: | - |
synonyms: | - |
opposites: | - |
examples of use: | 1) Αν εννοείς πως τέτοιου είδους συμπεριφορές δεν καταφέρνουν να σε κλονίσουν, οκ. Κι εγώ κάπως έτσι είμαι. Αν δω τίποτε περίεργο απλά κάνω ντιλίτ και δεν ασχολούμαι.
2) Αν δε σταματήσεις να ανεβάζεις φωτό από Κουφονήσι θα σε κάνω ντιλίτ και ριπόρτ. Συμμορφώσου! |
source: |
2) twitter.com |
linguistic classification: | - |
registered in dbase: | 07-05-2014 14:38:10 PM |
author: | Κουβάρα Ειρήνη |