ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

In the database are stored 685 lemmas (554 valid) and 88 registered users
 
In total 92 lemmas found strarting from: κ  -  Κ [in the brackets the number of views]

 

καβουροτσέπης, ο [484] κάγκουρας, ο / καγκούρι, το... [697]
καγκουρεμένος, -η, -ο [464] καγκουρεύω [444]
καγκουρίστικος, -η, -ο [449] καθυστέρα, η [467]
καθυστέρας, ο [487] και καλούα [442]
και μπορέλι [488] και του χρόνου με ηχεία... [441]
καίγομαι (με κάτι) [486] καΐδι, το [516]
καΐλας, ο [453] καίω κάρβουνο [480]
καληνύστα [474] καληνυχτάκιας, ο [497]
καλτ φάση [462] καμένος, -η, -ο [500]
καμπανέλια, τα [452] κάνει νύστα [431]
κανιβαλισμένος, -η, -ο [428] κάνω αντ/add [551]
κάνω αξέπτ/accept [445] κάνω γιογιό (κάποιον) [454]
κάνω κοκοκό [438] κάνω λάικ/like [442]
κάνω ντιλίτ/delete [573] κάνω πατ πατ [455]
κάνω ριπόρτ/report [383] καραλόλ/καραlol/καραLOL [470]
καρεκλάς, ο [458] καριολόπουστας, ο, καριολοπουτάνα, η... [487]
κασέρι, το [484] κατεβάζω παροχή [442]
κατεστραμμένος, -η, -ο [465] κατούρα και λίγο [472]
κατσαβιδάκιας, ο [482] καυλάκι, το [634]
καυλαντίζω [5794] καυλερός, -ή, -ό [509]
καυλόγκαζος, ο [467] καυλοτίμονος, ο [452]
καυλώστρα, η [542] καυλωτίκ [533]
καφρομεταλάς, ο [451] καψιμί, το [454]
κινεζιά, η [437] κινητούμπα, η [441]
κιουρία, η [420] κίτρινη φυλή/φάρα, η [423]
κλαμπάνια, τα [474] κλαμπάτος, -η, -ο [408]
κλανίλα, η [462] κλάνω μέντες [430]
κλαρινογαμπρός, ο [510] κλαρινογκόμενα/κλαρινονύφη, η... [547]
κλασικά εικονογραφημένα... [448] κλαψ, λυγμ, σνιφ [478]
κλαψομούνης, ο / κλαψομούνι, το... [525] κλαψομουνιάζω [469]
κλοπιράιτ, το [444] κόβω τούφες [1744]
κογκράτς [472] κοκάκιας, ο [431]
κοκόβια, τα [456] κολλάει το σύμπαν [398]
κομοδινί [443] κομπλεδούρα/κομπλεντάν... [454]
κομπλέξας, ο, κομπλέξω, η... [474] κονέδια, τα [406]
κοντοπούτανο, το / κοντοπούτανος, ο... [1271] κοντράδικος, -η, -ο [448]
κοντράκιας, ο [384] κοπριτιλίκι, το [401]
κορμάδι, το [432] κουβανός/Κουβανός, ο [454]
κουκουρούκου (μανταλάκια)... [463] κουλάτος, -η, -ο [471]
κουοτάρω [745] κόψε την πρωινή [469]
κοψοφλεβιά [459] κράνος, το [415]
κρεβατάμπλ [438] κρεμα(ν)τζόλια, τα [446]
κυριλογκόμενα, η [437] κωλολέει [457]
κωλοσχισμή, η [397] κωλοτέλειος, -α, -ο [437]
κωλοτούμπας, ο [424] κωλοφτιάξιμο/κωλόφτιαγμα, το... [420]
κωλοχαράδρα, η [506] κωλόψαρο, το [483]


 

 
Copyright © 2014-2025
 

 

Connection with IP: 18.117.145.231