λήμμα:> | αντικούκου, το |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Άκλιτο |
ετυμολογία: | Από το πρόθημα αντί και την ηχομιμητική λέξη κούκου. |
σημασία: | Μια ουσία που έλεγαν πως περιείχε το φαγητό του στρατού για να καταστείλει τις ερωτικές επιθυμίες. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Αντικούκου και κωλοβυθόμετρο είναι από τα μεγαλύτερα και τα καλύτερα φυλασσόμενα μυστικά του στρατού, όλοι τα ξέρουν αλλά κανείς δεν μπορεί να τα αποδείξει. |
προέλευση: | tampouloukia.gr
|
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 03-05-2014 01:15:44 AM |
συγγραφέας: | ΑΣΒΕΣΤΑ ΑΣΗΜΙΝΑ |