λήμμα:> | μεταλάς, ο, μεταλού/μεταλούδα, η |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από τη μέταλ (metal) μουσική και το επίθημα -άς και -ού/-ούδα. |
σημασία: | Αυτός που ακούει metal μουσική και έχει υιοθετήσει τον τρόπο ντυσίματος και συμπεριφοράς που συνεπάγεται αυτό το είδος μουσικής. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | To Balrog Boogie θα ήθελα να το χoρέψω με μια ωραία κοκκινομάλλα μεταλούδα σε ένα άδειο αμφιθέατρο. |
προέλευση: | viberated.com |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 08-05-2014 10:35:31 AM |
συγγραφέας: | Κουβάρα Ειρήνη |