λήμμα:> | αερογάμης, ο |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από τις λέξεις αέρας και γαμάω. |
σημασία: | Αυτός που υποστηρίζει ψευδώς ότι έχει σεξουαλικές επαφές με γυναίκες. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Ήταν κάποιοι συμφοιτητές στη σχολή, οι οποίοι κάθε πρωί στη λέσχη μάς εξιστορούσαν τις χθεσινοβραδινές τους περιπτύξεις, με διαφορετική κάθε βράδυ πρωταγωνίστρια. Ήταν όμως σε όλους γνωστό ότι τα συγκεκριμένα άτομα ήταν πολύ μπλα μπλα και ουσία τίποτα! Οι λεγόμενοι «αερογάμηδες». |
προέλευση: | koinonikieksegersi.blogspot.gr
|
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 08-05-2014 21:07:44 PM |
συγγραφέας: | ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ |