λήμμα:> | αναμουνή, η |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από τις λέξεις αναμονή και μουνί. |
σημασία: | Χιουμοριστικά αντί της λέξης "αναμονή". |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | 1) Βρισκόμεθα εν αναμουνή των σεξελίξεων. 2) Μπήκαμε και, μετά από μια μικρή αναμουνή, μας έδωσαν ένα τραπέζι δίπλα σε μια οικογένεια με δύο παιδάκια. |
προέλευση: |
|
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | Παρωνυμικός σχηματισμός κατά το "αναμονή". |
γράφτηκε στη βάση: | 08-05-2014 22:26:54 PM |
συγγραφέας: | ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ |