λήμμα:> | στην καραπουτσακλάρα μου |
μέρος του λόγου:> | Φράση |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | - |
σημασία: | Φράση που σημαίνει «στ' αρχίδια μου». |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Δεν με ενδιαφέρει αν είσαι καινούργια στον χώρο του χιπ-χοπ ή οτιδήποτε άλλο αλλά στην καραπουτσακλάρα μου κανονικότατα. |
προέλευση: | hiphop.gr |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 09-05-2014 09:29:03 AM |
συγγραφέας: | Στόγιακ Αντζελα |