λήμμα:> | γίνομαι κόκαλο |
μέρος του λόγου:> | Φράση |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | - |
σημασία: | Μεθάω.
|
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | γίνομαι ζάντα, (στον πληθ.) γινόμαστε κουρούμπελα, γίνομαι λιάρδα, γίνομαι ντέφι |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Πήγαμε στα μπουζούκια και ο φίλος μου έγινε κόκαλο.
|
προέλευση: | avclub.gr/forum
|
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 09-05-2014 10:11:00 AM |
συγγραφέας: | Κουμπουλής Αναστάσιος |