λήμμα:> | γίνομαι πουλόπουλος |
μέρος του λόγου:> | Φράση |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από τη λέξη πούλος και το επίθημα -όπουλος κύριων ονομάτων. Η φράση καταγράφεται στο "Λεξικό της πιάτσας" του Ζάχου (1981). |
σημασία: | Φεύγω βιαστικά, εξαφανίζομαι ("παίρνω τον πούλο και φεύγω"). |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | την πούλεψα |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Εγώ πάντως θα είμαι εκεί από τις 6 και θα περιμένω για 15-20 λεπτάκια... μετά γίνομαι πουλόπουλος. |
προέλευση: | www.bikenet.gr |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 09-05-2014 20:22:00 PM |
συγγραφέας: | Βαλσαμή Αργυρώ |