λήμμα:> | σταρχιδισμός, ο |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από τη φράση στ’ αρχίδια μου και το επίθημα -ισμός. |
σημασία: | Στάση αδιαφορίας για όλους και για όλα που ενίοτε εμπεριέχει τον ατομισμό. Η αναισθησία, ο ζαμανφουτισμός, ο οχαδερφισμός. (Τείνει να καθιερωθεί στο γενικό λεξιλόγιο.) |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Συγγνώμη, αλλά δεν αντέχω άλλο αυτή την αδράνεια, το σταρχιδισμό και την παντελή αδιαφορία νέων φοιτητών… Δράστε ή σκάστε! |
προέλευση: | semfe.gr |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | Λεξικοποίηση (lexicalisation). |
γράφτηκε στη βάση: | 30-04-2014 23:20:41 PM |
συγγραφέας: | Σαλούστρου Βασιλική |