λήμμα:> | σταρχιδιστής/σταρχιδίστας, ο |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από τη λέξη σταρχιδισμός και το επίθημα -ιστής/-ίστας. |
σημασία: | Χαρακτηρισμός για κάποιον ο οποίος αδιαφορεί εγωιστικά για όλους και για όλα γύρω του, ο ζαμανφουτίστας/ζαμανφουτιστής, ο οχαδερφιστής. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Ποιος σου είπε ότι ο μέσος φοιτητής είναι σταρχιδιστής; Σταρχιδιστής θα ήταν αν έλεγε: «να κι κλείσει η σχολή, να κι αν δεν κλείσει. Στα τέτοια μου…» |
προέλευση: | e-student.gr |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 30-04-2014 23:23:28 PM |
συγγραφέας: | Σαλούστρου Βασιλική |