λήμμα:> | ντουβρουτζάς, ο |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Δεν αναφέρεται ετυμολογία. |
σημασία: | Εγκεφαλικό, ίλιγγος, σκοτοδίνη. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Πάνω που διαβάζεις την είδηση και σου 'ρχεται ντουβρουτζάς, εκεί που δεν ξέρεις αν είναι καλύτερα να βουτήξεις απ' το μπαλκόνι ή να μπεις στον καυστήρα εν πλήρει λειτουργία, διαβάζεις τα σχόλια και το μετανιώνεις προς στιγμήν. |
προέλευση: |
|
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 02-05-2014 17:59:16 PM |
συγγραφέας: | Δεληγιώργη Χριστίνα |