ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

lemma:  ο-μι-τζι/ομιτζί
part of speech:  Adverb
inflective/noninflective:  Noninflective
etymology:  

Προέρχεται από τα αρχικά O.M.G. (OH MY GOD).

meaning:  

Ως αντίστοιχο του "Θεέ μου" χρησιμοποιείται σε καταστάσεις έκπληξης, αγανάκτησης, εκνευρισμού. Σημαίνει συνήθως "έλα, δεν το πιστεύω","δεν είναι δυνατόν".

thematic category:  -
synonyms:  

τζίζας

opposites:  -
examples of use:  

Ομιτζί, ο μπροστά μου έχει τόση τρίχα στην πλάτη που δεν είμαι σίγουρος ότι βλέπω την πλάτη του. Ομιτζί, είναι η πλάτη του.

source:  

twitter.com

 

linguistic classification:  -
registered in dbase:  04-05-2014 15:26:50 PM
author:  Θεοδωροπούλου Αθηνά

 

 

RETURN TO THE CHARACTER ο - Ο

 

 

 

Comments from viewers

 

 
 
You can write your comment here (upto 300 chars length)
Όνομα         e-mail (not to be displayed) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Connection with IP: 18.118.45.162