lemma:> | γουεμπμάστορας, ο |
part of speech:> | Noun |
inflective/noninflective: | Inflective |
etymology: | Από την αγγλική λέξη webmaster (γουέμπ και απόδοση του master ως μάστορας). |
meaning: | Χρησιμοποιείται για τα άτομα που ξέρουν να χειρίζονται πολύ καλά θέματα που αφορούν το διαδίκτυο. |
thematic category: | - |
synonyms: | ιστομάστορας |
opposites: | - |
examples of use: | Πας στην φώτο που θέλεις και αντιγράφεις την διεύθυνσή της. Μετά την βάζεις εδώ με επικόλληση Αν θες να την βάλεις ως εικόνα με τον παραδοσιακό τρόπο δεν γίνεται. Οπότε ας μας απαντήσει ο γουεμπμάστορας. |
source: | freestuff.gr/forums |
linguistic classification: | Υβριδικός σχηματισμός. |
registered in dbase: | 10-05-2014 12:02:57 PM |
author: | Βαλσαμή Αργυρώ |