λήμμα:> | οικολόγρια, η |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Χιουμοριστική παραλλαγή της λέξης κωλόγρια. |
σημασία: | Ειρωνικός χαρακτηρισμός για ηλικιωμένη γυναίκα με οικολογική συνείδηση. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Η Brigitte Bardot, ήταν στα νιάτα της σεξοβόμβα, αλλά τώρα ασχολείται με τα ζώα και τη φύση. Είναι πλέον οικολόγρια!!! |
προέλευση: |
|
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | Παρωνυμικός σχηματισμός κατά το "κωλόγρια". |
γράφτηκε στη βάση: | 04-05-2014 15:07:27 PM |
συγγραφέας: | Θεοδωροπούλου Αθηνά |