ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

Στη βάση είναι αποθηκευμένα 685 λήμματα (554 έγκυρα) και 87 εγγεγραμμένοι χρήστες
 
Βρέθηκαν 63 εγγραφές - λήμματα από: τ  -  Τ [σε αγκύλες το πλήθος των θεάσεων κάθε λήμματος]

 

τα θερμά μου συλλαλητήρια... [683] τα κάνω πουτάνα [416]
τα κάνω τούμπανο [356] τα κάνω τσουρέκια [359]
τα σκεύη μου [351] ταλιροφονιάς, ο [371]
ταμελέ [396] ταμπελιάζω/ταμπελώνω [442]
ταμπέλιασμα/ταμπέλωμα, το... [354] ταπαίρνογλου, ο [375]
ταπηροκρανίαση, η [378] τελικιάζω [398]
τελίκιασμα, το [375] τζαμάουα [595]
τζαμάρω [386] τζι-τι-πι/GTP / γου-του-που/ΓΤΠ... [419]
τζίζας [478] τηγκανά [394]
την άκουσα (στέρεο) [400] την έχω πιστέψει (κάτι)... [380]
την πούλεψα [402] τι να κλάσει; [360]
τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνή... [398] τι στον πέο/πούτσο; [379]
τιλτάρω [502] το ψήνω / ψήνομαι (να) [372]
τον ήπια [379] τον/την/το ακουμπάω [366]
του απιστεύτου (ή απιστεύτου)... [360] του μουνιού το πανηγύρι... [405]
τουμπανέιρο [358] τουμπανιάρης, -α, -ικο [404]
τούμπανο [432] τουμπεκιάζω [416]
τουμπεκιστάν [399] τρανσιά, η [341]
τραπεζάτο, το [372] τρασίλα, η [305]
τρελά γκάζια [372] τρελάκι, το / τρελάκιας, ο... [365]
τρέλειος, -α, -ο [361] τρελελέ βλ. απολελέ και τρελελέ... [300]
τρεντάκιας, ο [367] τρέντικος/τρεντουλιάρικος, -η, -ο... [368]
τρέντουλο, το / τρέντουλας, ο... [381] τριμάλαξ/τριμαλάκας, ο... [355]
τρολάρω/τρολιάζω [460] τρομπαδούρος, ο [409]
τροχόμπατσος, ο [360] τρώω άκυρο [372]
τρώω γείωση [367] τρώω μπαν/ban [359]
τρώω ντιλίτ/delete [355] τρώω σαβούρα [378]
τρώω φρίκη [354] τρώω χι [376]
τσάγια [301] τσάπι(ν)γκ, το [366]
τσαπού, η [360] τσιλάρω [469]
τσίου [313] τσουλέ [394]
τυροβρομίκουλας, ο [368]


 

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 18.97.9.174