ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

Στη βάση είναι αποθηκευμένα 685 λήμματα (554 έγκυρα) και 88 εγγεγραμμένοι χρήστες
 
Βρέθηκαν 63 εγγραφές - λήμματα από: τ  -  Τ [σε αγκύλες το πλήθος των θεάσεων κάθε λήμματος]

 

τα θερμά μου συλλαλητήρια... [872] τα κάνω πουτάνα [571]
τα κάνω τούμπανο [532] τα κάνω τσουρέκια [520]
τα σκεύη μου [507] ταλιροφονιάς, ο [525]
ταμελέ [559] ταμπελιάζω/ταμπελώνω [610]
ταμπέλιασμα/ταμπέλωμα, το... [527] ταπαίρνογλου, ο [530]
ταπηροκρανίαση, η [543] τελικιάζω [558]
τελίκιασμα, το [529] τζαμάουα [844]
τζαμάρω [559] τζι-τι-πι/GTP / γου-του-που/ΓΤΠ... [588]
τζίζας [652] τηγκανά [545]
την άκουσα (στέρεο) [573] την έχω πιστέψει (κάτι)... [526]
την πούλεψα [551] τι να κλάσει; [524]
τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνή... [585] τι στον πέο/πούτσο; [536]
τιλτάρω [647] το ψήνω / ψήνομαι (να) [529]
τον ήπια [627] τον/την/το ακουμπάω [518]
του απιστεύτου (ή απιστεύτου)... [513] του μουνιού το πανηγύρι... [587]
τουμπανέιρο [555] τουμπανιάρης, -α, -ικο [560]
τούμπανο [631] τουμπεκιάζω [582]
τουμπεκιστάν [558] τρανσιά, η [493]
τραπεζάτο, το [528] τρασίλα, η [490]
τρελά γκάζια [596] τρελάκι, το / τρελάκιας, ο... [510]
τρέλειος, -α, -ο [511] τρελελέ βλ. απολελέ και τρελελέ... [453]
τρεντάκιας, ο [517] τρέντικος/τρεντουλιάρικος, -η, -ο... [523]
τρέντουλο, το / τρέντουλας, ο... [554] τριμάλαξ/τριμαλάκας, ο... [511]
τρολάρω/τρολιάζω [632] τρομπαδούρος, ο [620]
τροχόμπατσος, ο [509] τρώω άκυρο [523]
τρώω γείωση [536] τρώω μπαν/ban [557]
τρώω ντιλίτ/delete [517] τρώω σαβούρα [586]
τρώω φρίκη [513] τρώω χι [534]
τσάγια [459] τσάπι(ν)γκ, το [524]
τσαπού, η [602] τσιλάρω [633]
τσίου [475] τσουλέ [579]
τυροβρομίκουλας, ο [526]


 

 
Copyright © 2014-2025
 

 

Σύνδεση με IP: 18.97.9.173