ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

λήμμα:  παθαίνω φούιτ
μέρος του λόγου:  Φράση
κλιτό/άκλιτο:  Κλιτό
ετυμολογία:  

Η λέξη φούιτ αποδίδει τον ήχο που κάνει το λάστιχο όταν χάνει αέρα.

σημασία:  Η αρχική σημασία είναι "τρυπάει το λάστιχο", αλλά μεταφορικά σημαίνει "παθαίνω ζημιά". 
θεματική κατηγορία:  -
συνώνυμα:  

-

αντίθετα:  -
παραδείγματα χρήσης:  Βασίλη, το υπόδημα έπαθε φούιτ! Σκουριασμένη ταβανόπροκα!
προέλευση:  runningnews.gr
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός:  -
γράφτηκε στη βάση:  04-05-2014 15:44:27 PM
συγγραφέας:  Θεοδωροπούλου Αθηνά

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ π - Π

 

 

 

Σχόλια από αναγνώστες

 

 
 
Μπορείτε να γράψετε εδώ το σχόλιό σας (με έκταση έως 300 χαρακτήρες)
Όνομα         e-mail (δεν θα φαίνεται) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 18.117.111.245