λήμμα:> | αντάρω/αddάρω |
μέρος του λόγου:> | Ρήμα |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από την αγγλική λέξη add (= προσθέτω) και το επίθημα -άρω. |
σημασία: | Χρησιμοποιείται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να δηλώσει την προσθήκη/αποδοχή γνωριμίας. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | κάνω αντ/add |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Θα σε αντάρω στο facebook, τι έχεις για profile pic; |
προέλευση: | chrisevita.blogspot.gr |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 05-05-2014 12:49:43 PM |
συγγραφέας: | Στόγιακ Αντζελα |