ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

λήμμα:  πακετώνω
μέρος του λόγου:  Ρήμα
κλιτό/άκλιτο:  Κλιτό
ετυμολογία:  Από τη λέξη πακέτο και το επίθημα -ώνω.
σημασία:  

Κάνω κάποιον να "φάει πακέτο", να βρεθεί σε πολύ δυσάρεστη ή δύσκολη κατάσταση.

 

 

θεματική κατηγορία:  -
συνώνυμα:  -
αντίθετα:  -
παραδείγματα χρήσης:   Προφανώς η καθυστέρηση των αποτελεσμάτων ήταν και είναι θέμα που κάθε χρόνο μας πακετώνει όλους.

 

προέλευση:  

forums.gr

 

γλωσσολογικός χαρακτηρισμός:  -
γράφτηκε στη βάση:  07-05-2014 07:42:16 AM
συγγραφέας:  ΚΑΖΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ π - Π

 

 

 

Σχόλια από αναγνώστες

 

 
 
Μπορείτε να γράψετε εδώ το σχόλιό σας (με έκταση έως 300 χαρακτήρες)
Όνομα         e-mail (δεν θα φαίνεται) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 3.144.100.138