λήμμα:> | καίγομαι (με κάτι) |
μέρος του λόγου:> | Ρήμα |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | - |
σημασία: | Ασχολούμαι πάρα πολύ με κάτι. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Και πάω στοίχημα ότι και στο καζίνο να μην είναι θα καίγεται στο πισί με e-poker. |
προέλευση: | fightclub.gr |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 07-05-2014 13:44:21 PM |
συγγραφέας: | Κουβάρα Ειρήνη |