λήμμα:> | ποστάκι, το |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από την αγγλική λέξη post (= καταχώριση, ανάρτηση) και το επίθημα υποκορισμού -άκι. |
σημασία: | Ανάρτηση στο διαδίκτυο, σε ιστολόγιο κτλ. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Θα γράφεις ποστάκια στα ιστολόγια, για το τίποτα γραμμένα. |
προέλευση: | niemandsrose-niemandsrose.blogspot.gr |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 07-05-2014 19:00:57 PM |
συγγραφέας: | Πακτσεβάνογλου Παρασκευή-Ιωάννα |