λήμμα:> | πουτσόκρυο, το |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από τις λέξεις πούτσος και κρύο. |
σημασία: | Πολύ κρύο, ψοφόκρυο. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | πουλόκρυο, ψωλόκρυο |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Πουτσόκρυο προβλέπει η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία στις περιοχές Αμαρουσίου και Παιανίας, με τη θερμοκρασία στους -4 αυτή τη βδομάδα και -7 την άλλη. |
προέλευση: | facebook.com |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 07-05-2014 19:12:49 PM |
συγγραφέας: | Πακτσεβάνογλου Παρασκευή-Ιωάννα |