λήμμα:> | ραπάρω |
μέρος του λόγου:> | Ρήμα |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Από την αγγλική λέξη rap (είδος μουσικής) και το επίθημα -άρω. |
σημασία: | Παίζω ραπ μουσική. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Hip hop, ως τρόπος ζωής, δεν είναι να κάθεσαι να πίνεις μπίρες ή μπάφους αλλά να είσαι κάθε μέρα στο studio, να ραπάρεις με τους φίλους σου, γιατί αυτή είναι η μουσική σου. |
προέλευση: | hiphopmusical.eu |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 07-05-2014 19:19:43 PM |
συγγραφέας: | Πακτσεβάνογλου Παρασκευή-Ιωάννα |