λήμμα:> | κιουρία, η |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | Χιουμοριστική παραλλαγή της λέξης κυρία. |
σημασία: | Χρησιμοποιείται (συχνά με ειρωνική διάθεση) αντί για το «κυρία». |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Μόλις γύρισα από έξω. Ήμουν σε ένα καραόκε πάρτι.Πρέπει να σας πω ότι ξεφτιλίστηκα κανονικά. Τραγούδησα, πήρα τα 10άρια μου και έφυγα κιουρία. |
προέλευση: | twitter.com |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | Παρωνυμικός σχηματισμός κατά το "κυρία". |
γράφτηκε στη βάση: | 07-05-2014 21:28:02 PM |
συγγραφέας: | Κουμπουλής Αναστάσιος |