ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

λήμμα:  ζάκης/ζάκιας, ο / ζάκι, το
μέρος του λόγου:  Ουσιαστικό
κλιτό/άκλιτο:  Κλιτό
ετυμολογία:  Από τη λέξη (πρε)ζάκιας / (πρε)ζάκι.
σημασία:  Χαρακτηρισμός για αυτόν που κάνει χρήση ναρκωτικών (πρέζα).
θεματική κατηγορία:  -
συνώνυμα:  -
αντίθετα:  -
παραδείγματα χρήσης:  Οι φυλακές και ιδιαίτερα αυτές των ανηλίκων είναι σωφρονιστικά ιδρύματα; Επιστρέφουν οι καταδικασθέντες βελτιωμένοι και έτοιμοι για επανένταξη; ...Θα βγεις: Α) gay ή β) ζάκιας ή γ) όπου να 'ναι ξαναμπαίνω.
προέλευση:  lakonizein.blogspot.gr

 

γλωσσολογικός χαρακτηρισμός:  Φαινόμενο αποκοπής (clipping).
γράφτηκε στη βάση:  08-05-2014 17:59:07 PM
συγγραφέας:  Κοντοσταυλάκη Κωνσταντίνα

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ζ - Ζ

 

 

 

Σχόλια από αναγνώστες

 

 
 
Μπορείτε να γράψετε εδώ το σχόλιό σας (με έκταση έως 300 χαρακτήρες)
Όνομα         e-mail (δεν θα φαίνεται) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 3.145.83.150