λήμμα:> | ά(ν)θρωπας, ο |
μέρος του λόγου:> | Ουσιαστικό |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | - |
σημασία: | Χιουμοριστικά αντί για «άνθρωπος». |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | - |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | 1) Τι πεναλτάρα μάς έδωσε ο άνθρωπας, ρε; 2) Πάντως, λογικά, έτσι κι ακολουθήσει άθρωπας τις συμβουλές του Α., δεν πηδάει στον αιώνα τον άπαντα. |
προέλευση: |
2) inagist.com |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 08-05-2014 21:53:22 PM |
συγγραφέας: | ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ |