ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

λήμμα:  σταντέ/στανταρέ
μέρος του λόγου:  Επίθετο
κλιτό/άκλιτο:  Άκλιτο
ετυμολογία:  Από τη λέξη στάνταρ (αγγλ. standard) και το επίθημα (γαλλικό ), όπως π.χ. στις λέξεις "κυριλέ", "τζαμπέ".
σημασία:  

Σίγουρος (και ως επίρρ. "σίγουρα"), στάνταρ.

θεματική κατηγορία:  -
συνώνυμα:  

-

αντίθετα:  -
παραδείγματα χρήσης:  

1) - Μπορεί κάποιος να μου εξηγήσει αυτό με την πενικιλίνη και τα βακτήρια στο μάθημα της Γενικής Φυτοπαθολογίας; - Αυτό με την πενικιλίνη δεν είναι και πολύ σημαντικό… Διάβασε τα πιο σταντέ.

2) [ως επίρρ.] Επειδή σταντέ δεν είμαι ο μόνος που βαριέται, ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΟΛΟΙ από κάτω ότι θέλετε να κάνουμε ένα 'τσατ' !

 

προέλευση:  

1)  gewponoi.com

2) www.facebook.com

γλωσσολογικός χαρακτηρισμός:  -
γράφτηκε στη βάση:  30-04-2014 23:16:25 PM
συγγραφέας:  Σαλούστρου Βασιλική

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ σ - Σ

 

 

 

Σχόλια από αναγνώστες

 

 
 
Μπορείτε να γράψετε εδώ το σχόλιό σας (με έκταση έως 300 χαρακτήρες)
Όνομα         e-mail (δεν θα φαίνεται) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 3.129.210.17