ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

λήμμα:  την έχω πιστέψει (κάτι)
μέρος του λόγου:  Φράση
κλιτό/άκλιτο:  Κλιτό
ετυμολογία:  -
σημασία:  Λέγεται γι’ αυτόν που θεωρεί τον εαυτό του σπουδαίο ή που θεωρεί ότι είναι κάτι που δεν είναι.
θεματική κατηγορία:  -
συνώνυμα:  -
αντίθετα:  -
παραδείγματα χρήσης:  Πραγματικά νομίζει ότι αυτά που λέει είναι έξυπνα και στοχασμένα και την έχει πιστέψει πολιτικός φιλόσοφος τον τελευταίο καιρό. 
προέλευση:  

maxcheaters.com

γλωσσολογικός χαρακτηρισμός:  -
γράφτηκε στη βάση:  08-05-2014 11:22:54 AM
συγγραφέας:  Σωτηροπούλου Όλγα

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ τ - Τ

 

 

 

Σχόλια από αναγνώστες

 

 
 
Μπορείτε να γράψετε εδώ το σχόλιό σας (με έκταση έως 300 χαρακτήρες)
Όνομα         e-mail (δεν θα φαίνεται) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 3.14.132.43