λήμμα:> | τρώω άκυρο |
μέρος του λόγου:> | Φράση |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | - |
σημασία: | Δέχομαι απόρριψη από κάποιον. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | τρώω γείωση, τρώω χι |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Τρώω άκυρο πιο συχνά κι από σουβλάκι. |
προέλευση: | facebook.com
|
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 17-07-2014 11:27:50 AM |
συγγραφέας: | ΛΟΥΛΕΛΗ ΝΑΤΑΛΙΑ |