λήμμα:> | τρώω χι |
μέρος του λόγου:> | Φράση |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | - |
σημασία: | Δέχομαι απόρριψη από κάποιον. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | τρώω άκυρο, τρώω γείωση |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Ήταν μια κοπέλα από το φροντιστήριό μου η οποία μου άρεσε αλλά ο βλάκας έκανα το λάθος να βιαστώ να της ζητήσω να βγούμε και όπως ήταν αναμενόμενο έφαγα χι. |
προέλευση: | oneman.gr |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 17-07-2014 12:14:57 PM |
συγγραφέας: | ΛΟΥΛΕΛΗ ΝΑΤΑΛΙΑ |