ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

lemma:  βλακαμάς, ο
part of speech:  Noun
inflective/noninflective:  Inflective
etymology:  Από τις λέξεις βλάκας και λακαμάς (στα ποδανά, με αντιμετάθεση συλλαβών, "μαλάκας").
meaning:  Βλάκας και μαλάκας. 
thematic category:  -
synonyms:  

βλακόβλακας, ζάβλακας, ζώγγολο, λακαμάς, μαβλάκας, μπετόβλακας, παπαρομαλάκας, τριμάλαξ

 

opposites:  -
examples of use:  

1) Πρέπει να είσαι πολύ μεγάλος βλακαμάς, ρε φίλε! Πότε έκλεψε ο ΠΑΟΚ αυτό το σύνθημα, ρε;; Χαχαχαχαχαχα.

2) Το λουκάνικο στην πλατεία Μαβίλης όταν έβγαινες από το “Μπρίκι”, λουσμένη μια μπίρα που σου έριξε ένας και τα Ιμαλάια στον Πειραιά που σε πήγαινε ένας βλακαμάς πρώην, αφού είχατε πιει παρέα όλο το λιμάνι σε αλκοόλ και σου αγόραζε κρέπα και χοτ ντογκ;

source:  

1) hazard.gr/forum

2) thinkdrops.gr

 

linguistic classification:  Φαινόμενο συμφυρμού (blending).
registered in dbase:  30-04-2014 19:08:09 PM
author:  ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ

 

 

RETURN TO THE CHARACTER β - Β

 

 

 

Comments from viewers

 

 
 
You can write your comment here (upto 300 chars length)
Όνομα         e-mail (not to be displayed) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Connection with IP: 52.15.111.109