ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

lemma:  κοψοφλεβιά
part of speech:  Adverb
inflective/noninflective:  Noninflective
etymology:  Από τη φράση κόβω φλέβα και το επίθημα -ιά.
meaning:  

Χαρακτηρισμός για κάτι με το οποίο "κόβουμε φλέβες", π.χ. κάτι υπερβολικά βαρετό ή καταθλιπτικό κτλ.

 

thematic category:  -
synonyms:  -
opposites:  -
examples of use:  

1) Κάποια στιγμή σήμερα έπρεπε να πάω σε ακόμα μία παρουσίαση/ομιλία κοψοφλεβιά και ήμουν περισσότερο ζοχαδιασμένος από το κανονικό, γιατί δε μου έφταναν όλα τα άλλα, ήταν και ψιλοχάλια η κατάσταση.

2) Τα πιο παράφωνα ντουέτα τα κάναμε στο αμάξι φίλου με κοψοφλεβιά τραγούδια να κλαιγόμαστε για τελειωμένες σχέσεις. Αλλά γουστάραμε...

source:  

1) cnf.e-steki.gr

2) paraeksi.wordpress.com

 

linguistic classification:  Λεξικοποίηση (lexicalisation).
registered in dbase:  04-05-2014 19:22:49 PM
author:  ΚΩΣΤΑΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ-ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ

 

 

RETURN TO THE CHARACTER κ - Κ

 

 

 

Comments from viewers

 

 
 
You can write your comment here (upto 300 chars length)
Όνομα         e-mail (not to be displayed) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Connection with IP: 3.149.28.222