ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

In the database are stored 685 lemmas (554 valid) and 88 registered users
 
In total 92 lemmas found strarting from: κ  -  Κ [in the brackets the number of views]

 

καβουροτσέπης, ο [573] κάγκουρας, ο / καγκούρι, το... [790]
καγκουρεμένος, -η, -ο [545] καγκουρεύω [541]
καγκουρίστικος, -η, -ο [537] καθυστέρα, η [565]
καθυστέρας, ο [578] και καλούα [531]
και μπορέλι [575] και του χρόνου με ηχεία... [530]
καίγομαι (με κάτι) [601] καΐδι, το [609]
καΐλας, ο [556] καίω κάρβουνο [569]
καληνύστα [562] καληνυχτάκιας, ο [587]
καλτ φάση [558] καμένος, -η, -ο [587]
καμπανέλια, τα [547] κάνει νύστα [513]
κανιβαλισμένος, -η, -ο [517] κάνω αντ/add [678]
κάνω αξέπτ/accept [539] κάνω γιογιό (κάποιον) [551]
κάνω κοκοκό [537] κάνω λάικ/like [530]
κάνω ντιλίτ/delete [711] κάνω πατ πατ [543]
κάνω ριπόρτ/report [468] καραλόλ/καραlol/καραLOL [569]
καρεκλάς, ο [548] καριολόπουστας, ο, καριολοπουτάνα, η... [580]
κασέρι, το [574] κατεβάζω παροχή [528]
κατεστραμμένος, -η, -ο [548] κατούρα και λίγο [597]
κατσαβιδάκιας, ο [605] καυλάκι, το [910]
καυλαντίζω [6001] καυλερός, -ή, -ό [607]
καυλόγκαζος, ο [554] καυλοτίμονος, ο [543]
καυλώστρα, η [670] καυλωτίκ [632]
καφρομεταλάς, ο [536] καψιμί, το [556]
κινεζιά, η [516] κινητούμπα, η [521]
κιουρία, η [527] κίτρινη φυλή/φάρα, η [514]
κλαμπάνια, τα [578] κλαμπάτος, -η, -ο [507]
κλανίλα, η [549] κλάνω μέντες [519]
κλαρινογαμπρός, ο [619] κλαρινογκόμενα/κλαρινονύφη, η... [633]
κλασικά εικονογραφημένα... [533] κλαψ, λυγμ, σνιφ [591]
κλαψομούνης, ο / κλαψομούνι, το... [623] κλαψομουνιάζω [562]
κλοπιράιτ, το [526] κόβω τούφες [2097]
κογκράτς [556] κοκάκιας, ο [520]
κοκόβια, τα [545] κολλάει το σύμπαν [479]
κομοδινί [593] κομπλεδούρα/κομπλεντάν... [553]
κομπλέξας, ο, κομπλέξω, η... [566] κονέδια, τα [490]
κοντοπούτανο, το / κοντοπούτανος, ο... [1457] κοντράδικος, -η, -ο [531]
κοντράκιας, ο [476] κοπριτιλίκι, το [487]
κορμάδι, το [515] κουβανός/Κουβανός, ο [577]
κουκουρούκου (μανταλάκια)... [551] κουλάτος, -η, -ο [556]
κουοτάρω [877] κόψε την πρωινή [579]
κοψοφλεβιά [553] κράνος, το [498]
κρεβατάμπλ [522] κρεμα(ν)τζόλια, τα [537]
κυριλογκόμενα, η [519] κωλολέει [547]
κωλοσχισμή, η [481] κωλοτέλειος, -α, -ο [528]
κωλοτούμπας, ο [509] κωλοφτιάξιμο/κωλόφτιαγμα, το... [512]
κωλοχαράδρα, η [618] κωλόψαρο, το [581]


 

 
Copyright © 2014-2025
 

 

Connection with IP: 216.73.216.246