ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

In the database are stored 685 lemmas (554 valid) and 89 registered users
 
In total 92 lemmas found strarting from: κ  -  Κ [in the brackets the number of views]

 

καβουροτσέπης, ο [706] κάγκουρας, ο / καγκούρι, το... [929]
καγκουρεμένος, -η, -ο [679] καγκουρεύω [685]
καγκουρίστικος, -η, -ο [674] καθυστέρα, η [701]
καθυστέρας, ο [716] και καλούα [661]
και μπορέλι [706] και του χρόνου με ηχεία... [660]
καίγομαι (με κάτι) [786] καΐδι, το [740]
καΐλας, ο [709] καίω κάρβουνο [707]
καληνύστα [695] καληνυχτάκιας, ο [759]
καλτ φάση [689] καμένος, -η, -ο [720]
καμπανέλια, τα [675] κάνει νύστα [639]
κανιβαλισμένος, -η, -ο [641] κάνω αντ/add [859]
κάνω αξέπτ/accept [679] κάνω γιογιό (κάποιον) [698]
κάνω κοκοκό [680] κάνω λάικ/like [663]
κάνω ντιλίτ/delete [897] κάνω πατ πατ [678]
κάνω ριπόρτ/report [598] καραλόλ/καραlol/καραLOL [710]
καρεκλάς, ο [672] καριολόπουστας, ο, καριολοπουτάνα, η... [718]
κασέρι, το [709] κατεβάζω παροχή [654]
κατεστραμμένος, -η, -ο [669] κατούρα και λίγο [837]
κατσαβιδάκιας, ο [781] καυλάκι, το [1466]
καυλαντίζω [6298] καυλερός, -ή, -ό [758]
καυλόγκαζος, ο [684] καυλοτίμονος, ο [671]
καυλώστρα, η [830] καυλωτίκ [775]
καφρομεταλάς, ο [658] καψιμί, το [709]
κινεζιά, η [660] κινητούμπα, η [661]
κιουρία, η [663] κίτρινη φυλή/φάρα, η [635]
κλαμπάνια, τα [723] κλαμπάτος, -η, -ο [678]
κλανίλα, η [703] κλάνω μέντες [644]
κλαρινογαμπρός, ο [774] κλαρινογκόμενα/κλαρινονύφη, η... [758]
κλασικά εικονογραφημένα... [657] κλαψ, λυγμ, σνιφ [768]
κλαψομούνης, ο / κλαψομούνι, το... [782] κλαψομουνιάζω [718]
κλοπιράιτ, το [663] κόβω τούφες [2553]
κογκράτς [692] κοκάκιας, ο [655]
κοκόβια, τα [673] κολλάει το σύμπαν [601]
κομοδινί [858] κομπλεδούρα/κομπλεντάν... [679]
κομπλέξας, ο, κομπλέξω, η... [706] κονέδια, τα [620]
κοντοπούτανο, το / κοντοπούτανος, ο... [1758] κοντράδικος, -η, -ο [661]
κοντράκιας, ο [618] κοπριτιλίκι, το [619]
κορμάδι, το [635] κουβανός/Κουβανός, ο [740]
κουκουρούκου (μανταλάκια)... [715] κουλάτος, -η, -ο [684]
κουοτάρω [1055] κόψε την πρωινή [731]
κοψοφλεβιά [684] κράνος, το [622]
κρεβατάμπλ [652] κρεμα(ν)τζόλια, τα [668]
κυριλογκόμενα, η [664] κωλολέει [693]
κωλοσχισμή, η [612] κωλοτέλειος, -α, -ο [666]
κωλοτούμπας, ο [637] κωλοφτιάξιμο/κωλόφτιαγμα, το... [643]
κωλοχαράδρα, η [811] κωλόψαρο, το [727]


 

 
Copyright © 2014-2025
 

 

Connection with IP: 216.73.216.223