ON-LINE DICTIONARY OF THE LANGUAGE OF YOUNG

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

lemma:  κλαμπάνια, τα
part of speech:  Noun
inflective/noninflective:  Inflective
etymology:  Η λέξη αναφέρεται ως σχετιζόμενη με την "κλαμπάνα" (= καμπάνα). Στο www.slang.gr καταγράφεται λέξη "κλάμπανο" (= βεντούζα υδραυλικού με λαβή).
meaning:  

Οι όρχεις, τα αρχίδια. 

thematic category:  -
synonyms:  καμπανέλια, κοκόβια, κρεμα(ν)τζόλια
opposites:  -
examples of use:  Ρε, είναι τυχερός που τα έκανε αυτά εδώ στο Ελλαδιστάν και όχι σε καμιά υπεραναπτυγμένη χώρα της Εγγύς Ανατολής όπου και θα του έδιναν να φάει τα κλαμπάνια του με συνοπτικές διαδικασίες.
source:  bloko.gr
linguistic classification:  -
registered in dbase:  04-08-2014 23:39:30 PM
author:  Σαλούστρου Βασιλική

 

 

RETURN TO THE CHARACTER κ - Κ

 

 

 

Comments from viewers

 

 
 
You can write your comment here (upto 300 chars length)
Όνομα         e-mail (not to be displayed) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Connection with IP: 3.144.182.250