λήμμα:> | τα κάνω τσουρέκια |
μέρος του λόγου:> | Φράση |
κλιτό/άκλιτο: | Κλιτό |
ετυμολογία: | - |
σημασία: | Ενοχλώ και εκνευρίζω κάποιον σε μεγάλο βαθμό. |
θεματική κατηγορία: | - |
συνώνυμα: | τα κάνω τούμπανο |
αντίθετα: | - |
παραδείγματα χρήσης: | Μερικοί μου λένε ότι τους τα κάνω τσουρέκια… Θα το πάρω ως κομπλιμάν! Αυτό είναι αριστούργημα. |
προέλευση: | inewsgr.com |
γλωσσολογικός χαρακτηρισμός: | - |
γράφτηκε στη βάση: | 02-05-2014 18:26:11 PM |
συγγραφέας: | Σέργης Γεώργιος |