ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

Στη βάση είναι αποθηκευμένα 685 λήμματα (554 έγκυρα) και 87 εγγεγραμμένοι χρήστες
 
Βρέθηκαν 63 εγγραφές - λήμματα από: τ  -  Τ [σε αγκύλες το πλήθος των θεάσεων κάθε λήμματος]

 

τα θερμά μου συλλαλητήρια... [669] τα κάνω πουτάνα [402]
τα κάνω τούμπανο [340] τα κάνω τσουρέκια [345]
τα σκεύη μου [337] ταλιροφονιάς, ο [357]
ταμελέ [381] ταμπελιάζω/ταμπελώνω [428]
ταμπέλιασμα/ταμπέλωμα, το... [339] ταπαίρνογλου, ο [361]
ταπηροκρανίαση, η [360] τελικιάζω [383]
τελίκιασμα, το [357] τζαμάουα [563]
τζαμάρω [369] τζι-τι-πι/GTP / γου-του-που/ΓΤΠ... [400]
τζίζας [460] τηγκανά [375]
την άκουσα (στέρεο) [385] την έχω πιστέψει (κάτι)... [365]
την πούλεψα [386] τι να κλάσει; [344]
τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνή... [377] τι στον πέο/πούτσο; [364]
τιλτάρω [487] το ψήνω / ψήνομαι (να) [358]
τον ήπια [364] τον/την/το ακουμπάω [352]
του απιστεύτου (ή απιστεύτου)... [346] του μουνιού το πανηγύρι... [389]
τουμπανέιρο [338] τουμπανιάρης, -α, -ικο [392]
τούμπανο [415] τουμπεκιάζω [389]
τουμπεκιστάν [383] τρανσιά, η [322]
τραπεζάτο, το [358] τρασίλα, η [290]
τρελά γκάζια [347] τρελάκι, το / τρελάκιας, ο... [350]
τρέλειος, -α, -ο [345] τρελελέ βλ. απολελέ και τρελελέ... [288]
τρεντάκιας, ο [355] τρέντικος/τρεντουλιάρικος, -η, -ο... [354]
τρέντουλο, το / τρέντουλας, ο... [367] τριμάλαξ/τριμαλάκας, ο... [337]
τρολάρω/τρολιάζω [446] τρομπαδούρος, ο [385]
τροχόμπατσος, ο [345] τρώω άκυρο [355]
τρώω γείωση [348] τρώω μπαν/ban [343]
τρώω ντιλίτ/delete [340] τρώω σαβούρα [352]
τρώω φρίκη [339] τρώω χι [360]
τσάγια [285] τσάπι(ν)γκ, το [348]
τσαπού, η [333] τσιλάρω [454]
τσίου [299] τσουλέ [374]
τυροβρομίκουλας, ο [354]


 

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 3.149.28.222