ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

Στη βάση είναι αποθηκευμένα 685 λήμματα (554 έγκυρα) και 88 εγγεγραμμένοι χρήστες
 
Βρέθηκαν 63 εγγραφές - λήμματα από: τ  -  Τ [σε αγκύλες το πλήθος των θεάσεων κάθε λήμματος]

 

τα θερμά μου συλλαλητήρια... [819] τα κάνω πουτάνα [530]
τα κάνω τούμπανο [484] τα κάνω τσουρέκια [471]
τα σκεύη μου [465] ταλιροφονιάς, ο [481]
ταμελέ [516] ταμπελιάζω/ταμπελώνω [556]
ταμπέλιασμα/ταμπέλωμα, το... [483] ταπαίρνογλου, ο [487]
ταπηροκρανίαση, η [495] τελικιάζω [514]
τελίκιασμα, το [484] τζαμάουα [780]
τζαμάρω [514] τζι-τι-πι/GTP / γου-του-που/ΓΤΠ... [544]
τζίζας [601] τηγκανά [501]
την άκουσα (στέρεο) [528] την έχω πιστέψει (κάτι)... [482]
την πούλεψα [508] τι να κλάσει; [478]
τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνή... [539] τι στον πέο/πούτσο; [489]
τιλτάρω [608] το ψήνω / ψήνομαι (να) [488]
τον ήπια [537] τον/την/το ακουμπάω [471]
του απιστεύτου (ή απιστεύτου)... [466] του μουνιού το πανηγύρι... [532]
τουμπανέιρο [494] τουμπανιάρης, -α, -ικο [512]
τούμπανο [581] τουμπεκιάζω [535]
τουμπεκιστάν [514] τρανσιά, η [448]
τραπεζάτο, το [483] τρασίλα, η [439]
τρελά γκάζια [540] τρελάκι, το / τρελάκιας, ο... [469]
τρέλειος, -α, -ο [469] τρελελέ βλ. απολελέ και τρελελέ... [402]
τρεντάκιας, ο [473] τρέντικος/τρεντουλιάρικος, -η, -ο... [480]
τρέντουλο, το / τρέντουλας, ο... [504] τριμάλαξ/τριμαλάκας, ο... [466]
τρολάρω/τρολιάζω [582] τρομπαδούρος, ο [561]
τροχόμπατσος, ο [465] τρώω άκυρο [481]
τρώω γείωση [489] τρώω μπαν/ban [514]
τρώω ντιλίτ/delete [470] τρώω σαβούρα [530]
τρώω φρίκη [467] τρώω χι [488]
τσάγια [411] τσάπι(ν)γκ, το [476]
τσαπού, η [537] τσιλάρω [586]
τσίου [431] τσουλέ [531]
τυροβρομίκουλας, ο [483]


 

 
Copyright © 2014-2025
 

 

Σύνδεση με IP: 216.73.216.186