ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

λήμμα:  ταπαίρνογλου, ο
μέρος του λόγου:  Ουσιαστικό
κλιτό/άκλιτο:  Άκλιτο
ετυμολογία:  Από τη φράση τα παίρνει (= δωροδοκείται) και το επίθημα -ογλου επωνύμων όπως "Παπάζογλου". 
σημασία:  Αυτός που παίρνει αμοιβή για παράνομη εκδούλευση, που δωροδοκείται.
θεματική κατηγορία:  -
συνώνυμα:  -
αντίθετα:  -
παραδείγματα χρήσης:  

Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δε βγαίνουν στην δημοσιότητα όλα αυτά. Μήπως κάθε φορά που ετοιμάζεται κάποιος να τα πει τον προλαβαίνουν οι δοσάκηδες και τον κάνουν ταπαίρνογλου;

προέλευση:  

truth.freeforums.org

γλωσσολογικός χαρακτηρισμός:  -
γράφτηκε στη βάση:  03-05-2014 13:24:29 PM
συγγραφέας:  Σέργης Γεώργιος

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ τ - Τ

 

 

 

Σχόλια από αναγνώστες

 

 
 
Μπορείτε να γράψετε εδώ το σχόλιό σας (με έκταση έως 300 χαρακτήρες)
Όνομα         e-mail (δεν θα φαίνεται) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 18.116.40.53