ONLINE ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

|Α|Β|Γ|Δ|Ε|Ζ|Η|Θ|Ι|Κ|Λ|Μ|Ν|Ξ|Ο|Π|Ρ|Σ|Τ|Υ|Φ|Χ|Ψ|Ω|*|

|A|B|C|D|E|F|G|H|I|J|K|L|M|N|O|P|Q|R|S|T|U|V|W|X|Y|Z|

 

λήμμα:  διαστημόβλαχος, ο
μέρος του λόγου:  Ουσιαστικό
κλιτό/άκλιτο:  Κλιτό
ετυμολογία:  Από τις λέξεις διάστημα και βλάχος.
σημασία:  Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για άνθρωπο από την επαρχία που προσπαθεί να φαίνεται μοντέρνος και μέσα στα πράγματα αλλά απλά καταφέρνει να γελοιοποιηθεί με το πομπώδες στιλ και τον τρόπο ομιλίας του (χρησιμοποιεί όσες περισσότερες ξένες λέξεις μπορεί, προφέροντάς τες μισοελληνικά-μισοαγγλικά). 
θεματική κατηγορία:  -
συνώνυμα:  -
αντίθετα:  -
παραδείγματα χρήσης:  Εμπόδιο πρώτο: ο διαστημόβλαχος γείτονας έχει παρκάρει πάνω στο πεζοδρόμιο το τζιπ (που το πλένει και το γυαλίζει κάθε 3 μέρες) και μας κλείνει πάνω στην στροφή.
προέλευση:  pastaflor.blogspot.com  

 

γλωσσολογικός χαρακτηρισμός:  -
γράφτηκε στη βάση:  03-05-2014 20:35:19 PM
συγγραφέας:  Κοντοσταυλάκη Κωνσταντίνα

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ δ - Δ

 

 

 

Σχόλια από αναγνώστες

 

 
 
Μπορείτε να γράψετε εδώ το σχόλιό σας (με έκταση έως 300 χαρακτήρες)
Όνομα         e-mail (δεν θα φαίνεται) ##

 
Copyright © 2014-2024
 

 

Σύνδεση με IP: 18.116.118.198